Surfcasting και το ψάρεμα του σαργού: Δαμάζοντας τα κύματα!
Του Δημοσθένη Βελισσάρη
Φωτογραφίες:Δήμοσθένης Βελισσάρης
Από την ακτή, ο σαργός μπορεί να ψαρευτεί με διάφορες τεχνικές, σε αυτό το άρθρο όμως θα επικεντρωθούμε στο surfcasting, που πραγματοποιείται σε συνθήκες φουσκοθαλασσιάς αλλά και φουρτούνας! Μόνο τότε η παροιμιώδης καχυποψία αυτού του σπαριδούς πάει περίπατο...!
Σαργός, καμπανάς, κακαρέλος, ριγωτός, χαρακωτός, καραγκιόζης, ούγενα, χιόνα, σουβλομύτα, αυλιάς και πόσα ακόμα ονόματα γι' αυτό το εξαιρετικό σπαριδές, αποδίδουν τα χαρακτηριστικά του αλλά και τα είδη του.
Μια από τις πιο σημαντικές τεχνικές ώστε να ψαρέψει κάποιος με επιτυχία σαργούς από την ακτή είναι η τεχνική του surfcasting. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη τεχνική, που προϋποθέτει φουρτούνα, αφρούς και θολά νερά, συνθήκες ιδανικές που εξανεμίζουν οποιαδήποτε καχυποψία διακατέχει αυτό το εξαιρετικό σπαριδές.
Ο σαργός είναι ιδιαίτερα ευκίνητος και ευέλικτος και θα τον συναντήσουμε κυριολεκτικά σε όλες τις μορφολογίες βυθών. Συνήθως του αρέσει να περιφέρεται σε βραχώδεις βυθούς που βρίσκονται κοντά στην ακτή, αλλά και σε μεγάλες λεκάνες ποσειδωνίας, σε βάθος όχι περισσότερο από 40 μέτρα. Τις μεγάλες εκτάσεις άμμου τις επισκέπτεται σπάνια και μόνο όταν οι εκάστοτε συνθήκες το επιτρέπουν.
Σε μικρή ηλικία θα τον συναντήσουμε ως επί το πλείστον κοπαδιαστά και σε μεγάλο αριθμό ατόμων, ενώ μεγαλώνοντας παραξενεύει, οι κινήσεις του γίνονται πιο νωχελικές και αναζητά πιο μοναχικές διαδρομές, εγκαταλείποντας το υπόλοιπο κοπάδι.
Δύσπιστος και καχύποπτος, υποκύπτει στο δέλεαρ του δολώματος συγκεκριμένες ώρες, όπως το σούρουπο και το ξημέρωμα, ενώ όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν (φουρτούνα, θολά νερά, φουσκοθαλασσιά) χάνει όλη του τη δυσπιστία και επιτίθεται με βουλιμία σε οποιαδήποτε μορφή τροφής βρεθεί μπροστά του. Σπάνια λοιπόν θα έχουμε επιτυχία στο ψάρεμα του χαρακωτού σαργού με μπουνάτσα, ήρεμα και διαυγή νερά.
ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ SURF CASTING
Μια από τις πιο σημαντικές τεχνικές ώστε να ψαρέψει κάποιος με επιτυχία σαργούς από την ακτή είναι η τεχνική του surfcasting. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη τεχνική, που προϋποθέτει φουρτούνα, αφρούς και θολά νερά, συνθήκες ιδανικές που εξανεμίζουν οποιαδήποτε καχυποψία διακατέχει αυτό το εξαιρετικό σπαριδές.
Για την άσκηση της συγκεκριμένης τεχνικής απαιτείται παραλία με καθαρή αμμουδιά, όπου δεξιά και αριστερά συγκλίνουν συστάδες βράχων. Ο χαρακωτός σαργός που ζει σ' αυτά τα σημεία γνωρίζει ότι όταν επικρατεί φουρτούνα το ρεύμα που ανακυκλώνεται στο κέντρο της παραλίας ανασκαλεύει το βυθό, μεταφέροντας στην επιφάνεια διάφορα είδη σκουληκιών και μικροοργανισμών, δίνοντάς του με αυτόν τον τρόπο τη δυνατότητα να εξασφαλίζει την τροφή του.
Ένα εύλογο ερώτημα που γεννάται σχεδόν σε όλους τους θαυμαστές του surfcasting και ειδικά στους λάτρεις του σαργού, είναι αν πρέπει να ψαρέψουμε στην έναρξη, την εξέλιξη ή στο σπάσιμο της φουρτούνας. Στην πραγματικότητα όλες οι παραπάνω συνθήκες έχουν να επιδείξουν επιτυχίες, όμως εκείνη που κάνει τη διαφορά είναι η φάση εξέλιξης της φουρτούνας, καθώς εκεί έχουν σημειωθεί οι καλύτερες και πιο σημαντικές ψαριές με σαργούς.
Όπως συμβαίνει με όλες οι τεχνικές, αλλά και όλα τα θηράματα, έχουμε να κάνουμε και εδώ με πολλά -μικρά και μεγάλα- μυστικά που θα πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν μας. Είναι αυτά που θα κάνουν τη διαφορά, εμπλουτίζοντας αρχικά τις γνώσεις μας και εκ των υστέρων το ψυγείο! Ας τα δούμε αναλυτικά, με σειρά σπουδαιότητας, αρχίζοντας από το ρουχισμό!
Όπως στον πόλεμο δεν πάμε χωρίς όπλο, έτσι και στο surfcasting, μια τεχνική που πραγματοποιείται κατά τη χειμερινή περίοδο, δεν πάμε χωρίς τον ανάλογο ρουχισμό. Θα χρειαστεί λοιπόν όχι μόνο να ντυθούμε καλά, αλλά να έχουμε και εναλλακτικά ρούχα για κάποιο πιθανό βρέξιμο.
Απαραίτητη προϋπόθεση λοιπόν να έχουμε μαζί μας γαλότσες, αδιάβροχο και αντιανεμικό μπουφάν, ισοθερμικά εσώρουχα (που καλύπτουν τα πόδια μέχρι τον αστράγαλο) αλλά και ισοθερμικές κάλτσες, φούτερ ζεστό ή μάλλινο πουλόβερ, σκούφο και τέλος αδιάβροχο παντελόνι με εσωτερική επένδυση. Και όλα αυτά φυσικά εις διπλούν!!
Αφού λοιπόν ντυθήκαμε κατάλληλα και προετοιμαστήκαμε ψυχολογικά για ένα επίπονο ψάρεμα, πάμε να ψαρέψουμε σαργούς με την τεχνική του surfcasting...
ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΣ ΣΗΜΕΙΟ
Φτάνοντας λοιπόν στον ψαρότοπο, και αυτό γίνεται κυρίως όσο είναι ακόμα μέρα και βλέπουμε, εκτός κι αν γνωρίζουμε άπταιστα την περιοχή, θα ανέβουμε στο ψηλότερο σημείο της ακτής ώστε να εντοπίσουμε πού βρίσκονται τα λεγόμενα «άσπρα - μαύρα» και σε ποια σημεία συσσωρεύονται τα φύκια που ξεβράζει ο καιρός, για να τα αποφύγουμε!
Το δεύτερο σκέλος που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι να εντοπίσουμε τη «γόνιμη ζώνη» των ψαριών, το σημείο δηλαδή που συγκεντρώνεται ο μεγαλύτερος πληθυσμός τους. Συνήθως είναι ένα σκαλοπάτι άμμου που βρίσκεται σε κάποια απόσταση, από όπου μπορούν τα ψάρια να εξασφαλίσουν με μεγαλύτερη ευκολία την τροφή τους. Πίσω λοιπόν απ' αυτό το σκαλοπάτι θα πρέπει να στείλουμε κι εμείς τα δολώματά μας.
Όμως προκειμένου να οργανώσουμε καλά τη στρατηγική μας, θα πρέπει να εντοπίσουμε τη ροή και την ταχύτητα των ρευμάτων. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο γενικά στην τεχνική του surfcasting, που κρίνει σε μεγάλο ποσοστό την επιτυχία ή την αποτυχία σε κάθε μας ψαρευτική εξόρμηση.
Συνήθως, σε σχετικά κλειστές παραλίες τα ρεύματα συσσωρεύουν μεγάλες συστάδες φυκιών στις άκρες, κοντά στα βράχια, με συνέπεια σ' αυτά τα σημεία το ψάρεμά μας να γίνει πραγματικός μπελάς, καθώς σε κάθε βγάλσιμο της αρματωσιάς μας από τον βυθό θα φέρνουμε μαζί και... κάποια φύκια. Οπότε σ' αυτήν την περίπτωση, ενός κλειστού δηλαδή κόλπου, καλό θα είναι να εστιάσουμε το ψάρεμά μας στο κέντρο του. Αντίθετα, όταν ψαρεύουμε σε πιο ανοιχτές παραλίες επιλέγουμε να τραβιόμαστε σχετικά κοντά στα βράχια, καθώς εκεί βρίσκονται συνήθως οι σαργοί που αναζητούμε.
ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΕΛΗΝΗΣ ΚΑΙ ΠΛΗΜΜΥΡΙΔΑΣ
Θα λέγαμε χωρίς κανέναν ενδοιασμό πως τα δύο παραπάνω φαινόμενα επιδρούν καταλυτικά στον διατροφικό οίστρο του σαργού, αποτελώντας το ένα συνέπεια του άλλου. Είναι γνωστό ότι σε κάθε γέμιση του φεγγαριού, και κυρίως κοντά στην ολοκλήρωσή του, επικρατεί πλημμυρίδα, ενώ αντίθετα, όταν εκείνο βρίσκεται σε άδειασμα, το φαινόμενο της άμπωτης (κατέβασμα των νερών) είναι πιο έντονο.
Τις μέρες λοιπόν που επικρατεί πλημμυρίδα είναι πιθανό να πραγματοποιήσουμε μια εξαιρετική ψαριά με χαρακωτούς σαργούς, χωρίς φυσικά να παραβλέψουμε την περίπτωση να μας ευνοεί και ο καιρός, να επικρατεί δηλαδή φουρτούνα, οπότε και θα κάνουμε την ψαριά των ονείρων μας!
Καλές μέρες λοιπόν θεωρούνται εκείνες που το φεγγάρι βρίσκεται στην ανάπτυξή του, ανεξαρτήτου φάσης, αρκεί να επικρατεί και μια αναταραχή των νερών, δηλαδή θολούρα, πολύ δε περισσότερο αν έχει και φουρτούνα!
ΜΕ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟ ΜΑΧΙΜΟ!
Αφού λοιπόν είδαμε το πότε και το πού μπορούμε να ψαρέψουμε σαργούς με την τεχνική του surfcasting ας δούμε και το πώς! Δηλαδή τι εξοπλισμό χρειαζόμαστε (καλάμι, μηχανισμό), όχι γιατί έχει να αντιμετωπίσει κάποιο πολύ μεγάλο θήραμα, αλλά γιατί θα πρέπει σίγουρα να μπορεί να αντεπεξέλθει στις δύσκολες συνθήκες.
• Το καλάμι του κάθε surfcaster θα πρέπει να αποτελεί προέκταση του χεριού του, κοινώς θα πρέπει να ταιριάζει απόλυτα στο σωματότυπό του, ενώ οι συνθήκες στις οποίες θα αναζητήσουμε σαργούς απαιτούν καλάμια ντούρα, με μεγάλο casting weight και με δράση κορυφής. Ας τα δούμε αναλυτικά:
Όταν λέμε καλάμια «ντούρα» εννοούμε τα καλάμια δύο τεμαχίων ή τριών (δίσπαστα ή τρίσπαστα), που από τη φύση τους έτσι κι αλλιώς είναι πιο ντούρα, λόγω κατανομής και σύμπτυξης του άνθρακα. Πολύ καλύτερη συμπεριφορά λοιπόν θα έχει ένα σπαστό καλάμι με casting weight 150 gr, από ένα τηλεσκοπικό που μπορεί να φτάνει και τα 200 gr.
Το σπαστό καλάμι στέκεται πιο ιδανικά στον καιρό και με δεδομένη τη σκληρότητά του μπορούμε να το φορτώσουμε μολύβια ακόμα και στα όριά του, κάτι που δεν υφίσταται στα τηλεσκοπικά.
Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι καλάμια μαλακά, τηλεσκοπικά, με χαμηλό casting weight, εδώ δεν έχουν θέση.
Εν κατακλείδι, χρειαζόμαστε ένα καλάμι σπαστό, δυνατό, με casting weight από 150gr και άνω, και με δράση κορυφής: αυτή είναι που θα μας βοηθήσει ώστε να αντιληφθούμε και το πιο ανεπαίσθητο τσίμπημα, ακόμα και σ' αυτές τις δύσκολες συνθήκες.
• Ο μηχανισμός με τον οποίο θα παντρέψουμε το καλάμι μας είναι λίγο πολύ γνωστός σε όλους. Τύπου surfcasting, με κωνική μπομπίνα, που να διακρίνεται τόσο στον τομέα της ρίψης όσο και στον τομέα της ανάκτησης. Κάθε άλλος τύπος μηχανισμού εδώ δεν έχει θέση.
Χρειαζόμαστε λοιπόν έναν που να διαθέτει αρκετά ρηχή μπομπίνα (long cast spool), ώστε να μας βοηθήσει στη ρίψη μας, καθώς σ' αυτές τις συνθήκες είναι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο (με κόντρα αέρα) να πραγματοποιήσουμε μια δυνατή ρίψη και η κωνική μπομπίνα θα μας βοηθήσει σ' αυτό.
Τώρα, όσον αφορά τη δυνατή έλξη του μηχανισμού μας, την ανάκτηση δηλαδή, την προσδίδει η χαμηλή σχέση περιστροφής του. Δηλαδή, όσο πιο αργός είναι ένας μηχανισμός τόσο πιο πολύ αυξάνεται η δύναμή του, και το αντίστροφο.
Η δυνατή έλξη του μηχανισμού απαιτείται ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει στην ανάκτηση από το βυθό της ομολογουμένως βαριάς αρματωσιάς μας, με το μεγάλο έτσι κι αλλιώς μολύβι που χρησιμοποιούμε, που τις περισσότερες φορές γίνεται ακόμη πιο βαριά με κάποιον μεγάλο σαργό που φέρνουμε ανάμεσα στα ισχυρά ρεύματα που επικρατούν σε αυτές τις συνθήκες.
ΜΟΝΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΚΑΛΑΜΙΩΝ
Επειδή οι συγκεκριμένες συνθήκες δεν μας επιτρέπουν να χρησιμοποιήσουμε τρίποδες βάσεις καλαμιών, λόγω του ισχυρού αέρα, οι καλύτερες βάσεις είναι οι μονές τύπου surfcasting.
Με τις βάσεις αυτές τα καλάμια βρίσκονται σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους ώστε να ρεύματα να μην μπλέκουν τις πετονιές τους, ενώ αντιστέκοντα καλύτερα και στις ριπές του ανέμου.
ΠΕΤΟΝΙΑ & ΤΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ SHOCK LEADER
Αφού είδαμε το καλάμι και το μηχανισμό που χρειαζόμαστε ώστε να ψαρέψουμε επάξια σαργούς με την τεχνική του surfcasting, ας δούμε και με τι πετονιά πρέπει να τα πλαισιώσουμε.
Σε αυτές τις συνθήκες, όπου ο σαργός χάνει την παροιμιώδη του δυσπιστία, δεν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσουμε ψιλές πετονιές. Τη διάμετρο της πετονιάς μας την προκαθορίζει στον απόλυτο βαθμό η περιεκτικότητα της μπομπίνας του μηχανισμού μας, που θέλουμε να τη γεμίσουμε καλά!
Συνοπτικά λοιπόν, πετονιά με διάμετρο από 0,30 έως 0,35 είναι το πιο ιδανικό. Άλλωστε τα ρεύματα είναι τόσο ισχυρά που αν βάλουμε πιο χοντρή τότε πιθανόν δεν θα πετύχουμε κατά τη ρίψη μας τη γόνιμη ζώνη.
Η χρήση shock leader σε αυτό το ψάρεμα επιβάλλεται, αυτό άλλωστε το καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και το μεγάλο μολύβι που χρησιμοποιούμε. Το shock leader λοιπόν είναι η προσθήκη ενός τμήματος χοντρύτερης πετονιάς στα τελευταία μέτρα πριν από την αρματωσιά μας, στο σημείο δηλαδή που δέχεται τα μεγαλύτερα φορτία κατά τη ρίψη. Το μήκος του κυμαίνεται στα δύο μήκη του καλαμιού μας, δηλαδή περίπου στα 10 μέτρα.
Αν και στο εμπόριο υπάρχουν πετονιές με ενσωματωμένο στα τελευταία μέτρα το shock leader, που στην προκειμένη περίπτωση θα μας βόλευαν καθώς θα αποφεύγαμε τους κόμπους, δεν συνιστούμε τη χρήση τους, αφού οι πετονιές αυτές διατίθενται σε μήκος 230 μέτρων, και με δεδομένο ότι η μπομπίνα μας συνήθως χωράει περισσότερο και εμείς θέλουμε να την γεμίσουμε ακριβώς για να πετύχουμε τέλειες βολές, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να υπολογίσουμε την ακριβή ποσότητα της «έξτρα» πετονιάς που θα λειτουργήσει ως υπόστρωμα στην μπομπίνα. Οπότε η πιο απλή λύση είναι να γεμίσουμε τον μηχανισμό μας με μια πετονιά της αρεσκείας μας, προσθέτοντας για τα τελευταία 10 μέτρα το κομμάτι του shock leader.
Η διάμετρος του shock leader έχει να κάνει πρώτον με τη διάμετρο της πετονιάς μας και δεύτερον με το μολύβι που ψαρεύουμε. Αν λοιπόν χρησιμοποιούμε 0,30 πετονιά στο μηχανισμό, τότε ένα shock leader με διάμετρο 0,45 έως 0,47 είναι το ιδανικό, εάν και εφ' όσον το μολύβι μας είναι έως τα 125 gr. Αν χρησιμοποιούμε μολύβι 150 gr, τότε θα αυξήσουμε και τη διάμετρο του shock leader, φτάνοντας έως και το 0,33.
Αν τώρα χρησιμοποιούμε 0,35 πετονιά στον μηχανισμό, τότε αυτόματα αυξάνουμε και τη διάμετρο του shock leader: ¨Από 0,50 έως 0,60 είναι το πιο ιδανικό, όμως και αυτό έχει να κάνει με το μολύβι μας (στα 125 gr θα βάλουμε έως 0,55, ενώ στα 155 gr έως 0,60). Αυτό λοιπόν είναι το σωστό πάντρεμα ενός καλαμιού, μηχανισμού, πετονιάς και shock leader ώστε να ψαρέψει κάποιος με επιτυχία σαργούς με την τεχνική του surfcasting. Όσο για την ένωση πετονιάς με shock leader, o κόμπος Albright είναι ο ιδανικότερος για την τεχνική του surfcasting.
ΠΑΡΑΜΑΛΛΑ & ΑΓΚΙΣΤΡΙΑ
Εδώ ας δώσουμε λίγη έμφαση, καθώς πρόκειται για το κομμάτι πετονιάς που έρχεται σε άμεση επαφή με τα δόντια του σαργού. Το παράμαλλο στην πραγματικότητα είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε εμάς και το θήραμα, εκείνο που πάντα... καλείται να διαπραγματευτεί με τον ένστικτο του σαργού.
Ο σαργός ως γνωστόν έχει μνήμη, αυτό και μόνο το γεγονός τον καθιστά καχύποπτο σε οτιδήποτε ξένο με τον κόσμο του. Γι' αυτό το λόγο, αν θέλουμε να ξεγελάσουμε σαργούς, επιβάλλεται το fluorocarbon (αόρατο) παράμαλλο. Τη διάμετρο και το μήκος του την καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το ρεύμα, αλλά και τα μεγέθη των σαργών που θέλουμε να ψαρέψουμε.
Αν η μάνα είναι 0,30, τότε ένα παράμαλλο 0,26-0,28 είναι επαρκές. Αν όμως η μάνα είναι 0,35, τότε το 0,28-0,32 είναι το καλύτερο πάντρεμα. Αν επικρατούν ισχυρά ρεύματα καλό είναι το μήκος του παράμαλλου να μην ξεπερνά τα 50 εκατοστά. Αν τα νερά παραμένουν στάσιμα, χωρίς ρεύματα, παρ' όλη τη φουρτούνα θα βάλουμε ακόμα και ένα μέτρο παράμαλλο.
Όσον αφορά το κατάλληλο αγκίστρι για το ψάρεμα του μεγάλου χαρακωτού, που για τον καθένα είναι συνήθως πολύ προσωπική υπόθεση, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ορισμένες ιδιαιτερότητες που αφορούν το σχήμα τους.
Αγκίστρια που διαθέτουν αιχμηρό αρπάδι όπως το Chinu ή τα Aberdeen κάνουν τη διαφορά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι σαργοκυνηγοί αυτά τα δύο είδη αγκιστριών χρησιμοποιούν. Την επιλογή ανάμεσα στα δύο την κρίνει κατά κύριο λόγο το δόλωμα που θα χρησιμοποιήσουμε, το μέγεθός του, αλλά και το μέγεθος των ψαριών που στοχεύουμε.
ΦΑΚΕΛΟΣ ΔΟΛΩΜΑΤΑ
Ο σαργός όλα αυτά τα χρόνια έχει ταυτιστεί απόλυτα με το σκουλήκι φαραώ και όχι άδικα. Ψαρεύοντας όμως και δοκιμάζοντας, ως ανήσυχα πνεύματα εμείς οι ψαράδες, και άλλα είδη σκουληκιών, διαπιστώσαμε πως εξίσου καλά δουλεύει και ο ακροβάτης και το μονοδόλι, όπως και το αμερικάνικο σκουλήκι.
Όπως διαπιστώνεται λοιπόν, μια αρκετά μεγάλη γκάμα σκουληκιών κρίνονται ικανά να δελεάσουν τον σαργό. Αν πάλι δυσκολευόμαστε να τα προμηθευτούμε, μπορούμε να καταφύγουμε στη λύση του κοτόπουλου ή του συκωτιού! Πράγματι, έχουν ψαρευτεί σαργοί, και μάλιστα μεγάλου μεγέθους, δολώνοντας φιλέτο κοτόπουλου ή κομμάτι από συκώτι, μια λύση που ανακάλυψαν ψαράδες της ακριτικής μας Ελλάδας, όπου είναι τρομερά δύσκολο να προμηθευτούν διάφορα σκουλήκια.
Προσωπική εκτίμηση είναι πως οι επιτυχίες που είχαν αυτά τα δολώματα δεν είχαν να κάνουν με το ότι ο σαργός τα προτιμά ως τροφή, αλλά ότι εκκρίνουν έντονες οσμές ειδικά μέσα στη φουρτούνα.
Η ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΤΩΝ FLOAT
Τη γενική χρησιμότητα των float στο ψάρεμα γενικώς τη γνωρίζει καλά ο καθένας μας. Ένας λόγος παραπάνω, λοιπόν, που μας κάνει να το χρήσουμε απαραίτητο στην τεχνική του surfcasting, και ιδίως στο ψάρεμα του σαργού, είναι η μεγάλη θολούρα που δημιουργείται από τα ισχυρά ρεύματα. Αν λάβουμε λοιπόν υπ' όψιν το γεγονός ότι μέσα σε αυτήν την ανακατωσούρα ο σαργός δύσκολα θα εντοπίσει το δόλωμά μας, η χρήση float στο παράμαλλο κρίνεται επιτακτική.
Συγκεκριμένα, αυτό το πολύ πρακτικό εξάρτημα χρησιμεύει στο να ανασηκώνει το δόλωμά μας από το βυθό, όμως η λειτουργία του δεν σταματά εκεί. Αν σκεφτείτε τι μπορεί να κάνει μέσα στη φουρτούνα αυτό το εξαιρετικό αξεσουάρ, σίγουρα θα καταλάβετε... Μέσα σε μια φουρτούνα, όπου τα πάντα αιωρούνται, η θολούρα σπάνια αφήνει το σαργό να εντοπίσει το δόλωμά μας.
Ωστόσο, με τη χρήση του float αυτό ανατρέπεται, καθώς η έντονη περιέργεια του σαργού τον προκαλεί να πάει κοντά και να δει τι είναι αυτό το «ξένο» πράγμα που υπάρχει στον κόσμο του, κάτι που αναμφισβήτητα σημαίνει ότι θα δει και το δόλωμα που του προσφέρουμε. Αυτό γίνεται ακόμα πιο σίγουρο αν το float που θα χρησιμοποιήσουμε έχει έντονο χρώμα, αξιολογώντας το κόκκινο ως το αποδοτικότερο, είναι το χρώμα που ταυτίζεται με το ψάρεμα του σαργού γενικά, όμως επίσης καλή δουλειά κάνουν το κίτρινο, το πορτοκαλί κ.ά.
Η πιο σημαντική λοιπόν λειτουργία του float, και ειδικά στην τεχνική του surfcasting για σαργούς, δεν σταματά στην ανύψωση του δολώματος, μιας και λειτουργεί ιδανικά και ως σημαντήρας για το ψάρι.
Ως προς το μέγεθος float που πρέπει να χρησιμοποιήσουμε, δεν θα πρέπει να γίνουμε υπερβολικοί. Τα float έχουν την ικανότητα να ανασηκώσουν ένα αρκετά μεγάλο δόλωμα, ακόμα κι αν το μέγεθός τους είναι μικρό. Σημαντικό λοιπόν είναι να επιλέξουμε το καταλληλότερο χρώμα, κάτι που αλλάζει από περιοχή σε περιοχή.
Ένα άλλο θέμα που πρέπει να εξετάσουμε σχετικά με το float, είναι η θέση που θα το τοποθετήσουμε πάνω στο παράμαλλό μας. Αν και σε αυτό το σημείο οι γνώμες... διίστανται, προσωπικά, χωρίς καμία επιφύλαξη προτείνω η τοποθέτηση του float να γίνει ακριβώς πίσω από το δόλωμα. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε οποιοδήποτε μπέρδεμα μπορεί να συμβεί μεταξύ του παράμαλλου και του δολώματός μας, πολύ πιθανές καταστάσεις αν τοποθετήσουμε το float πιο ψηλά.
Τέλος, μια καλή απάντηση σε όλους εκείνους που είναι διστακτικοί και αρνητικοί ως προς τη χρήση του float στην αρματωσιά μας, είναι τα δαγκωμένα float που βρίσκουμε πολλές φορές βγάζοντας την αρματωσιά από το νερό, κάτι που περίτρανα αποδεικνύει ότι το ψάρι έδειξε έντονο ενδιαφέρον γι' αυτά.
ΒΑΡΙΔΙΑ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΤΑ ΡΕΥΜΑΤΑ
Ένα μεγάλο κεφάλαιο όχι μόνο στο ψάρεμα του σαργού, αλλά γενικότερα στην τεχνική του surfcasting, είναι τα μολύβια που πρόκειται να χρησιμοποιήσουμε. Τα ρεύματα είναι πολλά λόγω φουρτούνας, κάτι από το οποίο συνεπάγεται πως ό,τι βάρος και να βάλουμε το μολύβι μας δεν θα στέκεται μέσα στο νερό.
• Η πιο έξυπνη και συνάμα πρακτική λύση είναι να χρησιμοποιήσουμε τα μολύβια - άγκυρες. Τα ιδιαίτερα αυτά μολύβια έχουν την ιδιότητα να γαντζώνονται στον βυθό, κάτι που καθιστά αδύνατον να παρασυρθεί η αρματωσιά μας από το ρεύμα.
Τα αδύνατα σημεία που εντοπίζονται στα μολύβια άγκυρες είναι δύο: εάν έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα δύσκολο βυθό (χαράκια, πλάκες κ.ά) είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα έχουμε κι ένα σκάλωμα, ενώ λόγω της κατασκευής τους μπερδεύουν εύκολα τα παράμαλλα, κυρίως εάν είναι ψιλά.
• Μια άλλη λύση που ενδείκνυται στις περιπτώσεις ισχυρών ρευμάτων και προσδίδει εκπληκτικό κράτημα στο βυθό, είναι η χρήση των μολυβιών σε σχήμα πυραμίδας, που είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά στους αμμώδεις βυθούς. Τα μολύβια του συγκεκριμένου τύπου διαθέτουν τρεις γωνίες, και χάρη σε αυτό το χαρακτηριστικό τους δεν μπορούν να μετακινηθούν από το ρεύμα.
Μειονέκτημά του μολυβιού - πυραμίδας είναι ότι λόγω του σχήματός του θα μας κόψει κάποια μέτρα από τη βολή μας, όμως δεν μπερδεύει τα παράμαλλά μας κι έτσι μας δίνει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε αρματωσιές με παραπάνω από ένα αγκίστρι.
• Τέλος, μια τρίτη λύση που εμείς προτείνουμε ανεπιφύλακτα για τα θολά νερά, με την προϋπόθεση να μην επικρατεί μεγάλη φουρτούνα, είναι τα μολύβια με επικάλυψη φωσφόρου. Το εξαιρετικό αυτό μολύβι χρησιμοποιείται κατά κόρον από όλους τους surfcasters στα πολύ μεγάλα γραμμάρια (130 έως και 175) και έχει αποδεδειγμένα καταγράψει αρκετές επιτυχίες, καταφέρνοντας να προσελκύει τα ψάρια. Όμως για άριστες επιδόσεις καλό είναι να χρησιμοποιείται σε αρματωσιές που αποτελούνται από ένα αγκίστρι.
ΣΗΜΑΝΣΗ ΤΣΙΜΠΗΜΑΤΟΣ
Σ' αυτές τις δύσκολες συνθήκες οι οπτικοί ειδοποιητές (μαϊμουδάκια) δεν έχουν θέση! Η καλύτερη σήμανση τσιμπήματος είναι να τοποθετήσουμε ένα καμπανάκι ακριβώς πάνω από τον κατανεμητή του μηχανισμού μας, ρυθμίζοντας τα φρένα του μηχανισμού στη σκληρή μορφή τους.
Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγουμε να σηκώνεται το καμπανάκι από τις ριπές του αέρα. Αν θέλουμε, μπορούμε να τοποθετήσουμε και σιαλούμ στις κορυφές των καλαμιών μας.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αυτά ήταν λοιπόν τα μυστικά του σαργού με την τεχνική του surfcasting, που αποτελούν όλα τους στοιχεία και γνώσεις που αποκτήθηκαν ψαρεύοντας, δοκιμάζοντας και ακολουθώντας όλα εκείνα που μας έμαθε η θάλασσα. Το ίδιο προτείνω να κάνετε κι εσείς! Ψαρέψτε, δοκιμάστε, παρατηρήστε, προβληματιστείτε, βάζοντας τελικά τη δική σας πινελιά στο κεφάλαιο «σαργοί από την ακτή, με την τεχνική του surfcasting».